- κρικοθυρεοτομή
- Επείγουσα χειρουργική επέμβαση για τη δημιουργία ανοίγματος στην τραχεία, ώστε να μπορέσει ένα άτομο με φραγμένο αεραγωγό να αναπνεύσει. Πιο συγκεκριμένα, αν ένα άτομο έχει δυσκολία αναπνοής, που προκαλείται από ένα αντικείμενο στην αναπνευστική οδό το οποίο δεν μπορεί να αποσφηνωθεί ούτε μετά από κίνηση Heimlich, ακολουθείται η διαδικασία επείγουσας ανάγκης της κ., η οποία είναι απαραίτητη για να ανοίξει η αναπνευστική οδός. Μετά την κ. μπορεί –αν είναι αναγκαίο– να γίνει τραχειοτομή, υπό γενική αναισθησία, κατά την οποία γίνεται ένα άνοιγμα στην τραχεία και εισάγεται ένας σωλήνας για να διατηρεί ανοιχτή την αναπνευστική οδό.
Dictionary of Greek. 2013.